- Άλγη
- Φυτά κρυπτόγαμα που ανήκουν στην τάξη των θαλλοφύτων και έχουν μονοκυτταρική σύσταση. Ζουν σε γλυκά ή αλμυρά νερά και φέρουν συνήθως χλωροφύλλη που τα διαφοροποιεί από τους μύκητες. Στα ά. είναι δυνατόν να ενταχθούν και ορισμένοι τύποι φυτών που στερούνται των τυπικών χαρακτηριστικών ή ορισμένα ά. που έχασαν το πράσινο χρώμα τους, αλλά εντάχτηκαν στο άθροισμα των έγχρωμων ά. επειδή μοιάζουν περισσότερο με αυτά παρά με μύκητες.
Τα ά. περιέχουν χλωροφύλλη που παρουσιάζεται σε τελείως καθαρή μορφή, όπως και στα φανερόγαμα. Ωστόσο, μερικές φορές αναμειγνύεται με άλλες χρωστικές ουσίες, όπως είναι η φυκοκυανίνη, η φυκοφαιίνη και η φυκοερυθρίνη. Σύμφωνα με τις έρευνες του Ένγκελμαν, αποδείχτηκε ότι οι τρεις αυτές συμπληρωματικές ουσίες συμβάλλουν, όπως και η χλωροφύλλη, στην αφομοίωση του άνθρακα, κάτι που είναι εξαιρετικά σημαντικό για την εν γένει φυσιολογία των ά. Η παρουσία της χλωροφύλλης επιτρέπει στα ά. να τρέφονται κυρίως από τις ανόργανες ουσίες που τους παρέχει το νερό. Όσα στερούνται χλωροφύλλης τρέφονται είτε με τις οργανικά κατεργασμένες ουσίες που υπάρχουν στο νερό που τα περιβάλλει είτε με τις ουσίες που απομυζούν ως παράσιτα από άλλα φυτά ή ζώα.
Τα βλαστικά όργανα των ά. παρουσιάζουν μεγάλες διαφορές στο σχήμα και την υφή τους, που γίνονται ιδιαίτερα έκτυπες στις ανώτερες βαθμίδες και μάλιστα σε σημείο τέτοιο ώστε να φαίνεται ότι δεν ανήκουν στο ίδιο άθροισμα. Μεταξύ των διαφορών αυτών είναι η απουσία πυρήνα από τον βλαστό τους, η συνένωση σε αποικίες ορισμένων μονοκύτταρων οργανισμών, η αύξηση του όγκου του μοναδικού κυττάρου και ο καταμερισμός του κυρίως κυττάρου. Τα ά. της κατώτερης βαθμίδας δεν έχουν γεννητικά όργανα, αφού ως μονοκύτταροι οργανισμοί που είναι αναπαράγονται με τον καταμερισμό του πρωτοπλάσματος και τον συνακόλουθο σχηματισμό νέων κυττάρων. Αντίθετα, στα ά. ανωτέρων τύπων παρατηρείται ο λεγόμενος εγγενής πολλαπλασιασμός, ο οποίος πραγματοποιείται με τον σχηματισμό ειδικών αναπαραγωγικών κυττάρων. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι πολλές φορές ο τρόπος της αναπαραγωγής αλλάζει ανάλογα με το είδος των ά. και το περιβάλλον όπου αναπτύσσονται.
Η κατάταξη των διαφόρων ειδών των φυτών αυτών παρουσιάζει ιδιαίτερες δυσκολίες εξαιτίας πολλών παραγόντων· κυρίως λόγω της φυσικής τους κατάστασης, που ευνοεί ενδεχόμενη σύγχυσή τους με τους κατώτατους ζωικούς οργανισμούς, ενώ άλλοι παράγοντες είναι ο πολυμορφισμός και η εναλλαγή της προέλευσής τους, καθώς και οι περιορισμένες γνώσεις που έχουμε σχετικά με τον πολλαπλασιασμό τους. Σύμφωνα με την κατάταξη του φυσιοδίφη Thiegem (Traite de botanique, 1885) τα ά. διαιρούνται ανάλογα με τη φύση της χρωστικής ουσίας που χρωματίζει τον βλαστό τους στις εξής τάξεις: στα πράσινα,τα κυανά,τα φαιά και τα ερυθρά.Καθεμία από τις τάξεις αυτές υποδιαιρείται με τη σειρά της σε επιμέρους οικογένειες και είδη. Οι κυριότερες οικογένειες των πράσινων ά. είναι οι χοιρίδες,που ζουν σε γλυκά ή υφάλμυρα νερά και πολλαπλασιάζονται με ανθηρίδια ή ωογόνα, οι νιτελλίδες,που ζουν σε υφάλμυρα νερά και φέρουν φλοιώδη κύτταρα, οι πλευροκοκκίδες που πολλαπλασιάζονται με τη διαδικασία του μερισμού, οι βολβοκίδες, που ζουν σε γλυκά νερά και πολλαπλασιάζονται αγενώς ή ευγενώς, οι ουλοτριχίδες, που είναι ά. νηματώδη και το βλαστάρι τους δεν έχει κλώνους, οι χαιτοφορίδες, που ζουν σε γλυκά και αλμυρά νερά και έχουν νηματώδες βλαστάρι, οι ουδογονίδες, που έχουν άκλωνο ή κλαδωτό βλαστάρι, και οι κιλαδοφορίδες, που περιλαμβάνουν άκλωνα ή κλαδωτά φυτά με κύτταρα πολυπύρηνα. Οι αντίστοιχες των κυανών ά. είναι οι χροοκκίδες, σφαιρικά κύτταρα με γαλαζοπράσινο χρώμα, οι νοστοκιίδες, που έχουν ολοστρόγγυλα κύτταρα τα οποία σχηματίζουν συστάδες, οι ριβουλαριάδες, που διακλαδίζονται σε μικρότατα νήματα, τα βακτηριώδη, που στερούνται τελείως χλωροφύλλης και είναι μονοκυτταρικά, και τα διατομώδη, που παρουσιάζονται σε ποικίλες μορφές και περιέχουν στα κύτταρά τους τη χρωστική ουσία διατομίνη. Των φαιών ά. είναι οι εκτοκαρπίδες, που έχουν νηματοειδές βλαστάρι, οι σφακελαρίδες, που έχουν υπερβολικά σύνθετη διακλάδωση, οι κουτλεριίδες, που παρουσιάζουν πολλές ομοιότητες με την προηγούμενη οικογένεια, και οι ναμιναριίδες, που έχουν βλαστάρι με δερματοειδή σύσταση και απαντώνται στον Ειρηνικό ωκεανό και στα βόρεια του Ατλαντικού. Τέλος, στα ερυθρά ά. συναντούμε τις βαγκιίδες που περιλαμβάνουν φυτά νηματοειδή ή ταινιοειδή και με άτακτη διακλάδωση.
Τα ά. χρησιμοποιούνται στη φαρμακευτική (κυρίως τα ερυθρά) και στη γεωργία για τη λίπανση των καλλιεργούμενων εκτάσεων. Τέλος, ο όρος ά. θεωρείται από πολλούς λαθεμένη απόδοση του λατινικού επιστημονικού όρου algae. Η σωστή του απόδοση είναι φύκη.
* * *τα Βοτ.ονομασία που επίσης δίνεται στα Φύκη*.[ΕΤΥΜΟΛ. Μεταφορά στα Ελληνικά ξεν. όρουπρβλ. γαλλ. algues < λατ. algae, πληθ. τού λατ. alga «φύκι»].
Dictionary of Greek. 2013.